Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014

Σοφία Βέμπο 1910-1978




Σοφία Βέμπο 1910-1978

Η Σοφία Βέμπο υπήρξε κορυφαία Ελληνίδα ερμηνεύτρια και ηθοποιός, της οποίας η καλλιτεχνική πορεία εκτείνεται από τον Μεσοπόλεμο έως τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια και τη δεκαετία του 50. Χαρακτηρίστηκε ``Τραγουδίστρια της Νίκης`` εξ αιτίας των εθνικών τραγουδιών που ερμήνευσε κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940.
Το πραγματικό της όνομα ήταν Σοφία Μπέμπο.

Γεννήθηκε στην Καλλίπολη της Ανατολικής Θράκης στις 10 Φεβρουαρίου του 1910, όπου ο πατέρας της Αθανάσιος Μπέμπος καταγόμενος από την Τσαριτσάνη είχε εγκατασταθεί εκεί δουλεύοντας ως καπνεργάτης.

Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, η οικογένειά της εγκαταστάθηκε στην Τσαριτσάνη του νομού Λάρισας και κατόπιν μόνιμα στο Βόλο, όπου οι γονείς της εργάστηκαν ως καπνεργάτες.
 Παράλληλα με τις εγκύκλιες σπουδές της αγόρασε μία κιθάρα και τραγουδούσε μ`αυτήν. Κατά την διάρκεια ενός ταξιδιού της με το Α/Π ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑ για τη Θεσσαλονίκη, ένας καλλιτεχνικός διευθυντής ενθουσιάστηκε τόσο πολύ όταν την άκουσε να τραγουδάει, που της πρότεινε να δουλέψει στο μεγάλο κοσμικό κέντρο ΑΣΤΟΡΙΑ. Ξεκίνησε την καλλιτεχνική της πορεία  το 1930, τραγουδώντας σ' ένα ζαχαροπλαστείο της Θεσσαλονίκης για να συνεισφέρει οικονομικά στο σπίτι της. Σε μία μόλις εβδομάδα η φήμη της έφτασε στην Αθήνα. Τρία χρόνια αργότερα κατέβηκε στην Αθήνα, όπου προσελήφθη από τον θεατρικό επιχειρηματία Φώτη Σαμαρτζή στο «Κεντρικόν», προκειμένου να συμμετάσχει στην επιθεώρηση «Παπαγάλος 1933».  Από την πρώτη παράσταση η καλλιτεχνική εξέλιξη της Σοφίας Βέμπο (αντί Μπέμπο) υπήρξε αλματώδης.  Την ίδια περίοδο υπέγραψε και το πρώτο της συμβόλαιο στη δισκογραφική εταιρία Columbia, ερμηνεύοντας ερωτικά τραγούδια της εποχής και λόγω της ιδιαίτερης μπάσας φωνής της η καταξίωση δεν άργησε να έρθει.Η φήμη της έφτασε στην Αίγυπτο όπου εμφανίστηκε στο ΓΚΡΑΝ ΤΡΙΑΝΟΝ της Αλεξάνδρειας, και μετά στο κοσμικό θέατρο ΜΑΞΙΜ στην Κωνσταντινούπολη.


Το 1939 έχει ήδη καταξιωθεί ως η πρώτη τραγουδίστρια του ελληνικού ελαφρού τραγουδιού.
Με την κήρυξη του πολέμου το 1940  Όταν τα ναζιστικά στρατεύματα εισήλθαν στην Αθήνα φυγαδεύτηκε στη Μέση Ανατολή, όπου συνέχιζε να τραγουδά για τα εκεί ελληνικά και συμμαχικά στρατεύματα. Έγινε σύμβολο του έθνους, ταύτισε το όνομά της με το αλβανικό έπος και χαρακτηρίστηκε «Τραγουδίστρια της Νίκης».
Το 1940 ανέτειλε με τα σύννεφα του πολέμου και με την κήρυξή του στις 28 Οκτωβρίου η Βέμπο με πατριωτικά και σατυρικά τραγούδια ανέλαβε την εμψύχωση των ελλήνων στρατιωτών στο μέτωπο , ενώ πρωταγωνίστησε σε επιθεωρήσεις που προσάρμοζαν το θέμα τους στην πολεμική επικαιρότητα. Την ίδια εποχή σε μία συμβολική πράξη προσφέρει στο Ελληνικό Ναυτικό 2.000 χρυσές λίρες. Αυτόν τον χρόνο θα συνεργαστεί με τον Μίμη Τραϊφόρο. 

Του ζητά να της γράψει ένα πολεμικό τραγούδι πάνω στους στίχους της `` Σεχρά``. 

Σε χρόνο ρεκόρ εκείνος της παραδίδει τον νέο ύμνο ``Παιδιά της Ελλάδος, παιδιά``. Η Βέμπο γοητεύεται και αρχίζει ο έρωτάς τους που θα έχει θετικές συνέπειες για την καριέρα της, και μάλλον αρνητικές για την προσωπική της ζωή.

Το 1949 απέκτησε δική της θεατρική στέγη στο Μεταξουργείο. Σε μια εποχή που θέατρα έκλειναν και μετατρέπονταν σε κινηματογράφους, η Βέμπο επανέφερε την επιθεώρηση, ανεβάζοντας έργα που διατήρησαν ζωντανή την παράδοση της λαϊκής σάτιρας και καθιέρωσαν τους μεγάλους κωμικούς μας. Ταυτόχρονα, έβαλε τα θεμέλια μιας καινούριας εποχής για το ελληνικό τραγούδι, λανσάροντας το «αρχοντορεμπέτικο».

 Όλα αυτά τα χρόνια, η Σοφία Βέμπο διατηρούσε δεσμό με τον συγγραφέα και στιχουργό Μίμη Τραϊφόρο, με τον οποίο παντρεύτηκε τελικά το 1957.
Το 1959 πρωταγωνιστεί στην κινηματογραφική ταινία «Στουρνάρα 288», όπου υποδύεται μια διάσημη τραγουδίστρια που ξεχάστηκε από τους θαυμαστές της κι εργαζόταν ως καθηγήτρια πιάνου. Είχε προηγηθεί η συμμετοχή της το 1955 στην κλασσική «Στέλλα» και το 1938 στην «Προσφυγοπούλα», όπου είχε κάνει και το ντεμπούτο της στη μεγάλη οθόνη.

Στα μέσα της δεκαετίας του '60 άρχισε να αραιώνει τις θεατρικές εμφανίσεις της και στις αρχές της επόμενης δεκαετίας αποσύρθηκε οριστικά. Την περίοδο 1967-1974 συμμετείχε στον αντιδικτατορικό αγώνα. Τη βραδιά του «Πολυτεχνείου» άνοιξε το σπίτι της κι έκρυψε φοιτητές, τους οποίους αρνήθηκε να παραδώσει όταν η ασφάλεια χτύπησε την πόρτα της.
Πέθανε από εγκεφαλικό επεισόδιο το ξημέρωμα της 11ης Μαρτίου 1978, σε ηλικία 68 ετών. Ο θάνατός της ανακοινώθηκε με έκτακτες εκδόσεις των εφημερίδων και η κηδεία της μετατρέπεται σ' ένα πάνδημο συλλαλητήριο που παρ`όλο που ήταν Καθαρά Δευτέρα συγκεντρώθηκε πλήθος κόσμου για να αποθεώσει τη μοναδική αυτή γυναίκα και τραγουδίστρια στην τελευταία της αυλαία.
Καταγεγραμμένα έχει πει 350 τραγούδια δικά της. Με τα δημοτικά, τα λαϊκά και τα ρεμπέτικα έχει τραγουδήσει περισσότερα από 2.500 τραγούδια.
Προτομές της υπάρχουν, στην Αθήνα, στην Κύπρο, στον Βόλο, στο Διδυμότειχο, στην Τσαριτσάνη. Στα Πολεμικά Μουσεία Αθηνών και Θεσσαλονίκης υπάρχουν τα μετάλλια, τα παράσημα, έπαινοι και προσωπικά αντικείμενα. Στο Θεατρικό Μουσείο υπάρχει το καμαρίνι της με φωτογραφικό υλικό της αείμνηστης Σοφίας Βέμπο.
και

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου