Οι ενορχηστρώσεις του Ερωτόκριτου
Ο "Ερωτόκριτος" είναι η ιστορία δυο νέων, του Ερωτόκριτου και της Αρετούσας, η αγάπη των οποίων αποδείχτηκε πιο δυνατή από κάθε είδους αντιξοότητες, που συνάντησε στον δρόμο της λόγω της διαφορετικής κοινωνικής καταγωγής τους. Κι αν ακόμη παραμένουν υπό συζήτηση τρία σοβαρά φιλολογικά ζητήματα, το θέμα της ταυτότητας του ποιητή, η χρονολόγηση του έργου και το αρχικό του πρότυπο, η διαχρονική αγάπη του λαού μας το έχει καταστήσει ένα από τα δημοφιλέστερα λαϊκά αναγνώσματα.
(σημείωση Πετρούλας Σίνη : Διαβάστε τον Ερωτόκριτο στα λογοτεχνικά αναλόγια http://poihtikakailogotexnikaanalogia.blogspot.gr/2013/09/blog-post_4.html
δείτε στο παρακάτω λινκ ένα μικρό βίντεο https://www.facebook.com/petr.sini/videos/vob.1552851325/10203038596396498/?type=2&theater από το Ε´ Πανελλήνιο Θεατρολογικό Συνέδριο, με τίτλο Θέατρο και Δημοκρατία του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μέρος της ομιλίας με θέμα "Στην Κρήτη επί Βενετικής δημοκρατίας" του Σπύρου Α. Ευαγγελάτου, Ακαδημαϊκού, Σκηνοθέτη, Ομότιμου Καθηγητή, Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών)
Μάλιστα, ο θρύλος λέει ότι εξακολουθούν μέχρι σήμερα να υπάρχουν γέροντες στον Ψηλορείτη, οι οποίοι το απαγγέλλουν ολόκληρο από μνήμης…
Ο Ερωτόκριτος, όμως, εκτός από δημοφιλές ανάγνωσμα ήταν και είναι ένα εξαιρετικά αγαπητό μελοποιημένο ποίημα. Οι δύο γνωστές μελωδίες του -αγνώστου συνθέτη- τραγουδιούνται σε ρυθμό 5/8, όπως τα δημοτικά τραγούδια. Άλλωστε, υπάρχει μεταξύ τους και στιχουργική συγγένεια, καθώς ο στίχος του Ερωτόκριτου είναι ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος -ο πιο συνηθισμένος στίχος των δημοτικών τραγουδιών- χωρισμένος νοηματικά και στιχουργικά σε δύο ημιστίχια (7+8 συλλαβές) με τη διαφορά όμως ότι στο έργο του Κορνάρου έχουμε ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία.
Υπάρχουν όμως μαρτυρίες, όπως του σπουδαίου Κρητικού βιολιστή Κώστα Παπαδάκη ή Ναύτη (1920-2003), ο οποίος υποστήριζε ότι η αυθεντική μουσική του Ερωτόκριτου ήταν σε ρυθμό 4/4, σαν σιγανό πεντοζάλι, σε ρυθμό κοντυλιάς, και με βασικό όργανο το βιολί.
Ο Ερωτόκριτος, όμως, εκτός από δημοφιλές ανάγνωσμα ήταν και είναι ένα εξαιρετικά αγαπητό μελοποιημένο ποίημα. Οι δύο γνωστές μελωδίες του -αγνώστου συνθέτη- τραγουδιούνται σε ρυθμό 5/8, όπως τα δημοτικά τραγούδια. Άλλωστε, υπάρχει μεταξύ τους και στιχουργική συγγένεια, καθώς ο στίχος του Ερωτόκριτου είναι ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος -ο πιο συνηθισμένος στίχος των δημοτικών τραγουδιών- χωρισμένος νοηματικά και στιχουργικά σε δύο ημιστίχια (7+8 συλλαβές) με τη διαφορά όμως ότι στο έργο του Κορνάρου έχουμε ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία.
Υπάρχουν όμως μαρτυρίες, όπως του σπουδαίου Κρητικού βιολιστή Κώστα Παπαδάκη ή Ναύτη (1920-2003), ο οποίος υποστήριζε ότι η αυθεντική μουσική του Ερωτόκριτου ήταν σε ρυθμό 4/4, σαν σιγανό πεντοζάλι, σε ρυθμό κοντυλιάς, και με βασικό όργανο το βιολί.
Η πρώτη, πάντως, νεοελληνική μελοποίηση του έργου έγινε πιθανότατα στα 1935 ή 1937, από τον συνθέτη Αλέκο Αλιμπέρτη, ο οποίος «έγραψε την όπερα Ερωτόκριτος σε λιμπρέτο του Θ. Συναδινού, που ήταν μια ακόμη διασκευή του έργου του Κορνάρου και παρουσιάστηκε στο θέατρο Ολυμπία και, εκτός από την παραδοσιακή σύνθεση της ορχήστρας, συμμετείχαν και 9 βιολύρες και λυρόηχα», όπως σημειώνει ο σκηνοθέτης και μελετητής του έργου Σπύρος Ευαγγελάτος.
Για την επικρατούσα όμως σήμερα εκτέλεση αλλά και την προβολή του μελοποιημένου Ερωτόκριτου στο ευρύ κοινό, καθοριστικό ρόλο έπαιξε ο Νίκος Ξυλούρης και η ενορχήστρωση του Χριστόδουλου Χάλαρη -βασισμένη πάνω και σε παλιά μουσικά κρητικά μοτίβα, όπως τα θυμόταν ο Νίκος Ξυλούρης- στον ομώνυμο δίσκο που κυκλοφόρησαν το 1976• στον ρόλο της Αρετούσας, μάλιστα, η νεότατη τότε Τάνια Τσανακλίδου. Ο δίσκος, παραγωγής του Γιώργου Μακράκη, αποτελεί μέχρι σήμερα μια από τις σημαντικότερες παραλλαγές πάνω στη μουσική σύνθεση του έργου και η πραγματοποίησή του αποτέλεσε όνειρο ζωής για τον Ξυλούρη ο οποίος ήδη από το 1960, στις πρώτες του ηχογραφήσεις, είχε τραγουδήσει αποσπάσματα από τον Ερωτόκριτο, μεταξύ των οποίων το πιο δημοφιλές μέχρι σήμερα: «Ήκουσες Αρετούσα μου τα θλιβερά μαντάτα…» Αυτό το απόσπασμα το ηχογράφησε ξανά το 1974, στον δίσκο του Σταύρου Ξαρχάκου, Συλλογή, σε μια πιο δυναμική διασκευή του ίδιου του συνθέτη.
Δέκα χρόνια νωρίτερα από τη διασκευή του Ξαρχάκου, ένας άλλος συνθέτης, ο Κρητικός Νίκος Μαμαγκάκης, αποφασίζει να ασχοληθεί με το έργο, με το οποίο μέχρι πρόσφατα συνεχίζει να συνδιαλέγεται με νέες διασκευές (το 1985 ως όπερα, και πιο πρόσφατα από τη δισκογραφική του εταιρεία Ιδαία, με τους δίσκους Η Μπαλάντα Του Ερωτόκριτου, Ερωτόκριτος - Μελόδραμα Σε Πέντε Μέρη, Ερωτόκριτος: Η Εκδοχή Της Σητείας και Ο Άγιος Ερωτόκριτος, ένα μουσικό μονόδραμα βασισμένο σε αποσπάσματα από τον Νέο Ερωτόκριτο του Παντελή Πρεβελάκη).
Ο ίδιος ο Μαμαγκάκης σημειώνει στα ένθετα των νέων εκδόσεων: «Ο Ερωτόκριτος είναι το πρώτο μου έργο που κυκλοφόρησε σε δίσκο και είχε λαϊκή απήχηση. Δεν βασίζεται στο επαναληπτικό μοτίβο των 5/8, που έχει γεννήσει η αέναη εκφορά του δεκαπεντασύλλαβου του Ερωτόκριτου και που παίζεται και τραγουδιέται από τους παραδοσιακούς μουσικούς της Κρήτης. (Είναι αμιγώς παραδοσιακό και δεν ανήκει σε επώνυμο δημιουργό). Εγώ δανείστηκα μόνο το άρωμά του, δεν το έχω μεταχειριστεί ούτε μια φορά αυτούσια, αντίθετα, έχω επινοήσει ένα πλήθος από νέα μοντέλα (παραλλαγές) πάνω στους δεκαπεντασύλλαβους στίχους».
Ανάμεσα στην πληθώρα των μουσικών και αφηγηματικών παραλλαγών -δισκογραφημένων και μη- από τον Μάνο Κατράκη, τον Γιάννη Ξυλούρη (Ψαρογιάννη) και τον Μίλτο Πασχαλίδη, μέχρι τους απανταχού Κρητικούς λαϊκούς ραψωδούς (λυράρηδες και βιολάτορες), θα πρέπει να ξεχωρίσουμε δύο εκδοχές.
Η πρώτη είναι από τον συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλο, ο οποίος το 2000, στο πλαίσιο του Ελληνικού Φεστιβάλ του Ηρωδείου, συνδύασε το λόγιο με το δημώδες μουσικό στοιχείο και παρουσίασε το έργο με τη συμμετοχή 70μελούς συμφωνικής ορχήστρας, με τη χορωδία Fons Musicalis, με 16 λυράρηδες και με ανδρικό και γυναικείο χορό, ενώ το 2003 κυκλοφόρησε τον δίσκο Ερωτόκριτος Και Αρετή, μια όπερα σε δύο πράξεις, σε μουσική, λιμπρέτο και ενορχήστρωση του ίδιου.
Η δεύτερη εκδοχή που ξεχωρίζει είναι ο δίσκος Τέσσερις Δρόμοι Για Τον Ερωτόκριτο, ο οποίος κυκλοφόρησε το 2000. Τέσσερις συνθέτες καταθέτουν τη δική τους μουσική ματιά στο κρητικό έπος. Ο Λουδοβίκος των Ανωγείων -με τις αισθηματικές μπαλάντες του και το γνώριμό του μαντολίνο-, ο Νίκος Ξυδάκης -με τη μουσική φόρμα του οστινάτο, με τα επίμονα δηλαδή μουσικά μοτίβα- και ο Ψαραντώνης -πιο πιστός στην αρχέγονη μελωδία αλλά και φύση του- αποδίδουν οι ίδιοι και οι ερμηνευτές των τραγουδιών τους, Λιζέτα Καλημέρα, Αλκίνοος Ιωαννίδης και Νίκη Ξυλούρη, αποσπάσματα από τα μέρη του έργου, όπως τον λόγο της Αρετούσας, τον αγώνα των αφεντόπουλων και των ρηγάδων από τα διάφορα μέρη της Ελλάδας, την ιστορία του Χαρίδημου, που σκοτώνει κατά λάθος την αγαπημένη του, κ.ά.
Αξιόλογη είναι και η μουσική επένδυση του Αλέξανδρου Κατακουζινού στην όπερα του “H Αρετούσα των Αθηνών” η οποία παρουσιάστηκε στην Οδησσό το 1861. Ο Ερωτόκριτος παρουσιάστηκε σε όπερα για ακόμα μια φορά υπό την σύνθεση του Αλέκου Αλιμπέρτη στις 29 Νοεμβρίου το 1935 στον θέατρο Ολύμπια.
Ο Ερωτόκριτος, λοιπόν, παραμένει μέχρι σήμερα ένα έργο ζωντανό, ενταγμένο στην ατομική μας συνείδηση και στο συλλογικό μας ασυνείδητο, όπως τα δημοτικά μας τραγούδια, παρόντα στα γλέντια και τις χαρές, στα πένθη και στους έρωτες, «στου κύκλου τα γυρίσματα»…
Για την επικρατούσα όμως σήμερα εκτέλεση αλλά και την προβολή του μελοποιημένου Ερωτόκριτου στο ευρύ κοινό, καθοριστικό ρόλο έπαιξε ο Νίκος Ξυλούρης και η ενορχήστρωση του Χριστόδουλου Χάλαρη -βασισμένη πάνω και σε παλιά μουσικά κρητικά μοτίβα, όπως τα θυμόταν ο Νίκος Ξυλούρης- στον ομώνυμο δίσκο που κυκλοφόρησαν το 1976• στον ρόλο της Αρετούσας, μάλιστα, η νεότατη τότε Τάνια Τσανακλίδου. Ο δίσκος, παραγωγής του Γιώργου Μακράκη, αποτελεί μέχρι σήμερα μια από τις σημαντικότερες παραλλαγές πάνω στη μουσική σύνθεση του έργου και η πραγματοποίησή του αποτέλεσε όνειρο ζωής για τον Ξυλούρη ο οποίος ήδη από το 1960, στις πρώτες του ηχογραφήσεις, είχε τραγουδήσει αποσπάσματα από τον Ερωτόκριτο, μεταξύ των οποίων το πιο δημοφιλές μέχρι σήμερα: «Ήκουσες Αρετούσα μου τα θλιβερά μαντάτα…» Αυτό το απόσπασμα το ηχογράφησε ξανά το 1974, στον δίσκο του Σταύρου Ξαρχάκου, Συλλογή, σε μια πιο δυναμική διασκευή του ίδιου του συνθέτη.
Δέκα χρόνια νωρίτερα από τη διασκευή του Ξαρχάκου, ένας άλλος συνθέτης, ο Κρητικός Νίκος Μαμαγκάκης, αποφασίζει να ασχοληθεί με το έργο, με το οποίο μέχρι πρόσφατα συνεχίζει να συνδιαλέγεται με νέες διασκευές (το 1985 ως όπερα, και πιο πρόσφατα από τη δισκογραφική του εταιρεία Ιδαία, με τους δίσκους Η Μπαλάντα Του Ερωτόκριτου, Ερωτόκριτος - Μελόδραμα Σε Πέντε Μέρη, Ερωτόκριτος: Η Εκδοχή Της Σητείας και Ο Άγιος Ερωτόκριτος, ένα μουσικό μονόδραμα βασισμένο σε αποσπάσματα από τον Νέο Ερωτόκριτο του Παντελή Πρεβελάκη).
Ο ίδιος ο Μαμαγκάκης σημειώνει στα ένθετα των νέων εκδόσεων: «Ο Ερωτόκριτος είναι το πρώτο μου έργο που κυκλοφόρησε σε δίσκο και είχε λαϊκή απήχηση. Δεν βασίζεται στο επαναληπτικό μοτίβο των 5/8, που έχει γεννήσει η αέναη εκφορά του δεκαπεντασύλλαβου του Ερωτόκριτου και που παίζεται και τραγουδιέται από τους παραδοσιακούς μουσικούς της Κρήτης. (Είναι αμιγώς παραδοσιακό και δεν ανήκει σε επώνυμο δημιουργό). Εγώ δανείστηκα μόνο το άρωμά του, δεν το έχω μεταχειριστεί ούτε μια φορά αυτούσια, αντίθετα, έχω επινοήσει ένα πλήθος από νέα μοντέλα (παραλλαγές) πάνω στους δεκαπεντασύλλαβους στίχους».
Ανάμεσα στην πληθώρα των μουσικών και αφηγηματικών παραλλαγών -δισκογραφημένων και μη- από τον Μάνο Κατράκη, τον Γιάννη Ξυλούρη (Ψαρογιάννη) και τον Μίλτο Πασχαλίδη, μέχρι τους απανταχού Κρητικούς λαϊκούς ραψωδούς (λυράρηδες και βιολάτορες), θα πρέπει να ξεχωρίσουμε δύο εκδοχές.
Η πρώτη είναι από τον συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλο, ο οποίος το 2000, στο πλαίσιο του Ελληνικού Φεστιβάλ του Ηρωδείου, συνδύασε το λόγιο με το δημώδες μουσικό στοιχείο και παρουσίασε το έργο με τη συμμετοχή 70μελούς συμφωνικής ορχήστρας, με τη χορωδία Fons Musicalis, με 16 λυράρηδες και με ανδρικό και γυναικείο χορό, ενώ το 2003 κυκλοφόρησε τον δίσκο Ερωτόκριτος Και Αρετή, μια όπερα σε δύο πράξεις, σε μουσική, λιμπρέτο και ενορχήστρωση του ίδιου.
Η δεύτερη εκδοχή που ξεχωρίζει είναι ο δίσκος Τέσσερις Δρόμοι Για Τον Ερωτόκριτο, ο οποίος κυκλοφόρησε το 2000. Τέσσερις συνθέτες καταθέτουν τη δική τους μουσική ματιά στο κρητικό έπος. Ο Λουδοβίκος των Ανωγείων -με τις αισθηματικές μπαλάντες του και το γνώριμό του μαντολίνο-, ο Νίκος Ξυδάκης -με τη μουσική φόρμα του οστινάτο, με τα επίμονα δηλαδή μουσικά μοτίβα- και ο Ψαραντώνης -πιο πιστός στην αρχέγονη μελωδία αλλά και φύση του- αποδίδουν οι ίδιοι και οι ερμηνευτές των τραγουδιών τους, Λιζέτα Καλημέρα, Αλκίνοος Ιωαννίδης και Νίκη Ξυλούρη, αποσπάσματα από τα μέρη του έργου, όπως τον λόγο της Αρετούσας, τον αγώνα των αφεντόπουλων και των ρηγάδων από τα διάφορα μέρη της Ελλάδας, την ιστορία του Χαρίδημου, που σκοτώνει κατά λάθος την αγαπημένη του, κ.ά.
Αξιόλογη είναι και η μουσική επένδυση του Αλέξανδρου Κατακουζινού στην όπερα του “H Αρετούσα των Αθηνών” η οποία παρουσιάστηκε στην Οδησσό το 1861. Ο Ερωτόκριτος παρουσιάστηκε σε όπερα για ακόμα μια φορά υπό την σύνθεση του Αλέκου Αλιμπέρτη στις 29 Νοεμβρίου το 1935 στον θέατρο Ολύμπια.
Ο Ερωτόκριτος, λοιπόν, παραμένει μέχρι σήμερα ένα έργο ζωντανό, ενταγμένο στην ατομική μας συνείδηση και στο συλλογικό μας ασυνείδητο, όπως τα δημοτικά μας τραγούδια, παρόντα στα γλέντια και τις χαρές, στα πένθη και στους έρωτες, «στου κύκλου τα γυρίσματα»…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου